Την πιο χορταστική χωριάτικη σαλάτα την έφαγα στο Λονδίνο, στο εστιατόριο «The Life Goddess». O δε μουσακάς του «Ergon», έμπνευσης Δημήτρη Σκαρμούτσου, ήταν ποίημα! Μόνο με εκείνον της μανούλας και του «Καλογερικού» στην Αρχαία Επίδαυρο μπορεί να συγκριθεί.
Αλλά και τα σουβλάκια, με την αλάδωτη καλαμποκένια πίτα και την εξαιρετική ποιότητα κρεάτων του «Olive οil & Oregano», δικαιολογούσαν απόλυτα τις ουρές των Λονδρέζων στα ταμεία του ελληνικού ταχυφαγείου. Οσο για το θρεπτικό πρωινό (ξηροί καρποί με αποξηραμένα φρούτα και κρύο πράσινο τσάι ροδάκινο με κομμάτια από ξηρό μανταρίνι) στο «Carpo», αυτό με γέμισε ενέργεια για όλη τη μέρα. Τη λίστα των ελληνικών επιχειρήσεων εστίασης και τροφίμων που έχουν διεκδικήσει τη θέση τους στην εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά της βρετανικής πρωτεύουσας συμπληρώνει η νέα άφιξη του «Opso», όπου το μενού έχουν επιμεληθεί οι βραβευμένοι με αστέρι Michelin σεφ του «Funky Gourmet», η Γεωργιάννα Χιλιαδάκη και ο Νίκος Ρούσσος.
Η μόδα της ελληνικής κουζίνας στο Λονδίνο
Τα τελευταία τρία χρόνια παρατηρείται μια άνθηση στις ελληνικές επενδύσεις στο χώρο της εστίασης στο Λονδίνο. Ρωτάω τη Γεωργιάννα Χιλιαδάκη και τον Νίκο Ρούσσο αν θεωρούν ότι η ελληνική κουζίνα έχει γίνει μόδα στη βρετανική μητρόπολη. «Καθώς γίνεται όλο και πιο γνωστή ευρέως, τώρα βρίσκει πρόσφορο έδαφος εξάπλωσης και σε ξένες αγορές». Ο Νίκος Νυφούδης, εκ των ιδιοκτητών του «The Life Goddess», παρατηρεί: «Η ελληνική κουζίνα δεν είναι μόδα στο Λονδίνο. Εμείς προσπαθούμε να την κάνουμε. Μέχρι πρότινος το ελληνικό προϊόν δεν είχε μερίδιο στη λονδρέζικη αγορά. Εμείς αποτολμήσαμε αυτό το άνοιγμα και φαίνεται ότι κάτι έχουμε πετύχει». Οι γεμάτες με κόσμο ελληνικές επιχειρήσεις που επισκέφτηκα κατά το πρόσφατο ταξίδι μου στο Λονδίνο επιβεβαιώνουν τα λόγια τους. Πολύ προσεκτικά οργανωμένα εστιατόρια ή μαγαζιά πώλησης ελληνικών προϊόντων, είτε σε κομβικά σημεία του κεντρικού Λονδίνου είτε σε πολύβουα malls, φιλόξενη ατμόσφαιρα, ευγενικό σέρβις, εξαιρετική ποιότητα προσφερόμενων προϊόντων και πλήθος ανθρώπων κάθε εθνικότητας να χαμογελούν ευχαριστημένοι κάθε φορά που γεύονταν ένα νέο πιάτο.
Παρακολουθώντας τους multi culti πελάτες αυτών των επιτυχημένων εγχειρημάτων, συχνά διερωτήθηκα αν ήταν η ελληνική κρίση που οδήγησε τα βήματα των επιχειρηματιών στην αλλοδαπή. Ο Κώστας Κοντόπουλος, ιδιοκτήτης του «Carpo», πιστεύει πως «μέσα στην κρίση βρίσκονται μεγάλες ευκαιρίες. Η απόφαση να επεκταθούμε στο Λονδίνο ήταν μια επιλογή κόντρα στο κύμα. Επιπλέον, ήθελα να δω αν αυτό που είχαμε δημιουργήσει στην Ελλάδα μπορούσε να σταθεί στον κόσμο. Γιατί το Λονδίνο είναι ο κόσμος, είναι μητρόπολη, δεν είναι Αγγλία». Ο Νίκος Νυφούδης παραδέχεται πως «δεν ήρθαμε στο Λονδίνο λόγω κρίσης, αλλά λόγω επιλογής. Η βρετανική πρωτεύουσα μαζί με τη Νέα Υόρκη είναι οι γαστρονομικές πρωτεύουσες του κόσμου».
«Στην Αγγλία το κράτος είναι δίπλα σου»
Στην ερώτηση πόσο τους δυσκόλεψε ή διευκόλυνε ο βρετανικός κρατικός μηχανισμός, όλοι συμφωνούν πως, σε αντίθεση με την ημεδαπή, μόνο διευκολύνσεις έλαβαν σε αυτή την προσπάθειά τους. Ο Κώστας Κοντόπουλος του «Carpo» είναι αφοπλιστικός: «Στα τέλη του 2012, όταν έκανα την έρευνα αγοράς στο Λονδίνο για το ενδεχόμενο επέκτασης της επιχείρησής μας, όλα τα ΜΜΕ του εξωτερικού παρουσίαζαν μια πολύ κακή εικόνα της Ελλάδας. Στις επαφές μου, λοιπόν, με τους βρετανικούς φορείς έπρεπε να αποδείξω ότι δεν είμαι αφερέγγυος, αλλά ένας σοβαρός επαγγελματίας. Οταν αυτό το πρόβλημα ξεπεράστηκε, βλέποντας το πολύ προσεκτικά δομημένο επιχειρησιακό οργανόγραμμά μας, άνοιξαν όλες οι πόρτες. Στο Λονδίνο είναι σαφώς πιο εύκολο να ανοίξεις επιχείρηση απ’ ό,τι στην Αθήνα, αρκεί να τους πείσεις για τον επαγγελματισμό σου. Το κράτος είναι δίπλα σου και όχι απέναντί σου. Είναι αρωγός στην επιχειρηματική προσπάθειά σου και όχι σκόπελος».
Στη συνέχεια, ποιο marketing plan ακολούθησαν; Ο Νίκος Νυφούδης παραδέχεται πως «με μηδενικό προϋπολογισμό για marketing κινηθήκαμε αξιοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης, καθώς το “Life Goddess” βρίσκεται σε μιντιακή γειτονιά, είχαμε για πελάτες δημοσιογράφους των “Time Out London”, “Vogue” και “GQ”, στους οποίους άρεσε το φαγητό μας και έγραψαν άρθρα για εμάς». Ομοίως, και ο Κώστας Κοντόπουλος ομολογεί πως δεν είχαν «κανένα απολύτως marketing plan, πλην της γνώσης, της αγάπης και της πίστης στο προϊόν μας, της τιμιότητας και της συνέπειας προς τον πελάτη μας. Ανοίγοντας το “Carpo” στην Πικαντίλι, είχαμε ένα βασικό πλεονέκτημα: το ίδιο το σημείο είναι ένα αβανταδόρικο μέσο προβολής γιατί καθημερινά είναι πέρασμα χιλιάδων ανθρώπων. Εμείς ποντάραμε στην ποιότητα και τη μοναδικότητα του προϊόντος μας και κερδίσαμε σταθερούς πελάτες».
Ο Ανδρέας Λαμπρίδης για το «Opso» απευθύνθηκε «στην εταιρεία δημοσίων σχέσεων Gerber PR. Εχουμε οργανώσει τρεις μέρες για δημοσιογράφους και food bloggers που μας επισκέφτηκαν και δοκίμασαν το μενού μας. Επίσης, έχουν ήδη γίνει αναρτήσεις άρθρων για εμάς στο Διαδίκτυο και στα κοινωνικά δίκτυα από ανθρώπους του χώρου της εστίασης που μας ανακάλυψαν μόνοι τους».
Αυτές οι επιτυχημένες επιχειρηματικές επενδύσεις με πολλή δουλειά και οργάνωση, όπως τόνισαν όλοι οι συνομιλητές μου, είναι εξαιρετικοί πρεσβευτές όχι μόνο του πολιτισμού της ελληνικής κουζίνας, αλλά και του υγιούς επιχειρείν, προσφέροντας ταυτόχρονα θέσεις εργασίας σε Ελληνες, αφού σχεδόν σε όλες μεγάλο ποσοστό εργαζομένων είναι ελληνικής καταγωγής.
«Carpo» Ελληνικό καλωσόρισμα στην Πικαντίλι
Στην οδό Πικαντίλι, έναν από τους πιο ακριβούς και πολυσύχναστους δρόμους της βρετανικής πρωτεύουσας, σχεδόν απέναντι από τους βασιλικούς προμηθευτές «Fortnum & Mason», γράφεται από τον Φεβρουάριο του 2013 η επιχειρηματική επιτυχία του «Carpo» των αδερφών Κοντόπουλου: του Κώστα, του Βασίλη και του Αλέξη. Καθημερινά πλήθη Λονδρέζων και τουριστών αγοράζουν υγιεινά σνακ ξηρών καρπών ή αποξηραμένων φρούτων και πραλίνες. «Σε ένα διαγωνισμό αναγνωστών του “Mayfair Magazine” το “Carpo” ήρθε τρίτο, μετά το “Fortnum & Mason” και το “Ladurée”. Καταφέραμε να διακριθεί ο καρπός δίπλα σε brand names όπως η Σανέλ», λέει ο Κώστας Κοντόπουλος.
Ομως, καλά μυρίζω; Ελληνικός καφές; «Ναι, σερβίρουμε ελληνικό καφέ στο μπρίκι. Επίσης, βάλαμε στην αγγλική αγορά το φρέντο και οι ξένοι έχουν ξετρελαθεί! Σερβίρουμε, επίσης, και κρύο τσάι με κομμάτια από αποξηραμένα φρούτα». Δοκίμασα το πράσινο τσάι ροδάκινο με ξηρό μανταρίνι και ήταν υπέροχο! Την όσφρησή μου, στο μεταξύ, έχει κερδίσει η μυρωδιά από τους ξηρούς καρπούς που καβουρδίζονται επιτόπου και την ακοή μου οι προσεκτικά επιλεγμένες μουσικές. «Οταν σχεδιάζαμε το κατάστημα του Λονδίνου, σκεφτήκαμε ότι αυτό που έχουμε ανάγκη είναι ένα “welcome”, ένα χαμόγελο. Δεν θα φύγει ποτέ κάποιος από το κατάστημα αν πρώτα δεν τον κεράσουμε, αν δεν πάρει μια γεύση από αυτόν εδώ το χώρο. Βέβαια, οι Βρετανοί αρχικά ξαφνιάζονταν, αλλά το συνήθισαν και αυτοί», παρατηρεί χαμογελώντας. Κοιτώντας την ουρά που σχηματίζεται μέχρι έξω από το μαγαζί, τον ρωτάω αν σκέφτονται να επεκταθούν περαιτέρω στη βρετανική αγορά. «Αυτό μελετάμε τώρα, αλλά θέλουμε να κάνουμε σταθερά βήματα. Ο προσανατολισμός μας είναι πάντα το κέντρο του Λονδίνου, στο μοντέλο της Πικαντίλι».
«Ergon» Φάβα και κατσικάκι με φανατικούς οπαδούς
Στην μποέμ και σικ περιοχή Μέριλμπον έχει ανοίξει από τον Νοέμβριο του 2013 η λονδρέζικη εκδοχή του «Ergon». Μετά τη Θεσσαλονίκη, τη Χαλκιδική, τη Σκιάθο, τη Ρόδο, την Αθήνα και τη Λευκάδα, η μαγειρική του Δημήτρη Σκαρμούτσου ήρθε να κατακτήσει και τη βρετανική πρωτεύουσα. Το εστιατόριο των Θωμά και Γιώργου Δούζη υποδέχεται τον επισκέπτη με το μότο του γραμμένο στα Ελληνικά πάνω σε έναν τοίχο: «Το φαγητό είναι νοστιμότερο όταν το μοιράζεσαι». Από κάτω υπάρχει, βεβαίως, και η αγγλική μετάφραση. Το δικό μου φαγητό δεν το μοιράστηκα με κανέναν, παρέμεινε όμως εξαιρετικά νόστιμο.
Η Νικόλ Λαπουρίδου και ο Γρηγόρης Κάππας, υπεύθυνοι του εστιατορίου, με υποδέχτηκαν με μια δροσιστική σπιτική λεμονάδα με ιβίσκο. Ακολούθησε η γραβιέρα από τη Νάξο με την κρούστα από χαρουπάλευρο, παπαρουνόσπορο και νιφάδες βρόμης, σερβιρισμένη με γλυκό τριαντάφυλλο και κόκκινα φύλλα παντζαριού. Τι ανορθόδοξα υπέροχος συνδυασμός γεύσεων! Ο δε μουσακάς τους; Αντίστοιχου βεληνεκούς.
Ρωτάω τη Νικόλ Λαπουρίδου τι πιάτα προτιμούν συνήθως οι πελάτες τους. «Η φάβα έχει φανατικούς οπαδούς από όλες τις εθνικότητες, όπως και η γραβιέρα που φάγατε. Ομως, το αρνί μας είναι “το καλύτερο αρνάκι στο Λονδίνο”, σύμφωνα με δημοσίευμα της “Evening Standard”». Και έχουν «ψήσει» τους πελάτες τους να μοιράζονται τα φαγητά α λα ελληνικά, σύμφωνα με το μότο τους; «Μα φυσικά. Τους αρέσει πολύ να μαγειρεύουν τις συνταγές μας σπίτι τους, αγοράζοντας από το deli μας τα ελληνικά υλικά που χρησιμοποιήσαμε στην παρασκευή των πιάτων που δοκίμασαν στο εστιατόριό μας». Ολες αυτές οι επιχειρήσεις εστίασης λειτουργούν ως μικρά αυτόνομα «υπουργεία» του καθημερινού ελληνικού πολιτισμού, σκέφτηκα, προχωρώντας στην πολύβουη Μέριλμπον.
«The Life Goddess» «Μαμαδίστικη» κουζίνα
Στην περιοχή του Μπλούμσμπερι, κοντά στο Βρετανικό Μουσείο, βρίσκεται ο κομψός χώρος «The Life Goddess» των Νίκου και Γιώργου Νυφούδη και του Ηλία Πουλακιώτη. Οι εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενοι νεαροί επιχειρηματίες, με εμπειρία στο χώρο της εστίασης, επεκτάθηκαν στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 2013, αναθέτοντας στους Beetroot το σχεδιασμό της εταιρικής ταυτότητάς τους.
Με μότο «Αυτό δεν είναι άλλο ένα ελληνικό εστιατόριο» και θέλοντας να διαφοροποιηθούν από το συρμό των γραφικών-κιτς γυράδικων με τους τσολιάδες για κράχτες (ακόμα ευδοκιμεί το είδος, ειδικά στην περιοχή του Bayswater), έστησαν ένα εστιατόριο με έμφαση στην καλή ελληνική πρώτη ύλη. «Εστιάζουμε στην κουζίνα της μαμάς. Ο,τι δεν θα επέλεγε η Ελληνίδα μητέρα να ταΐσει την οικογένειά της δεν θα το προσφέρουμε κι εμείς στους πελάτες μας. Μαγειρεύουμε αποκλειστικά με λακωνικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και με ελληνικά προϊόντα, αρκετά από τα οποία μπορεί ο πελάτης μας να προμηθευτεί από τα ράφια του deli μας», διευκρινίζει ο Νίκος Νυφούδης.
Οντως, το ντελικατέσεν που λειτουργεί μέσα στο εστιατόριο είναι εντυπωσιακά ενημερωμένο. «Εκτός από λιανική, κάνουμε και χονδρική στην Αγγλία. Εχουμε την αντιπροσωπεία προϊόντων, όπως ΕΨΑ, Κυρ-Γιάννης, Σελήνη, καθώς και προϊόντα δικής μας ετικέτας, σε συνεργασία με Ελληνες παραγωγούς. Επίσης, εδώ και δύο μήνες υπάρχει στο Διαδίκτυο το ηλεκτρονικό μας κατάστημα, απ’ όπου πωλούνται μη νωπά ελληνικά προϊόντα σε όλη την Ευρώπη».
Καθώς δοκιμάζω την ευφάνταστη, χορταστική «σαλάτα της ελληνικής γης» και το σιγοβρασμένο σε κόκκινο κρασί χταπόδι πάνω σε πουρέ φάβας, γαρνιρισμένο με παντζαρόφυλλα και μαρμελάδα πορτοκάλι, ρωτάω για τα επόμενα σχέδιά τους: «Σε ένα μήνα ανοίγουμε το “The Life Goddess Experimental” στην οδό Κάρναμπι. Μαζί μας θα είναι και ο Τέλης Παπαδόπουλος, κορυφαίος mixologist σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οποίος θα φτιάχνει κοκτέιλ μόνο με ελληνικό αλκοόλ».
«Olive oil & Oregano» Το καλύτερο σουβλάκι
Στο ανατολικό Λονδίνο, στο δημοφιλές Westfield Mall, στο Στράτφορντ, τον Δεκέμβριο του 2011 άνοιξε το τελευταίο παράρτημά της η αλυσίδα «Olive oil & Oregano» των Δημήτρη Δαμιανίδη, Δημήτρη Κότσα και Δημήτρη Φλωράκη, με καταστήματα σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Κύπρο, Γερμανία, Βουλγαρία και σε λίγο καιρό και στην Αυστρία. Οι πιεστικές παραινέσεις Λονδρέζων φίλων -«το καλύτερο σουβλάκι που έχεις φάει ποτέ!»- με έπεισαν να το επισκεφτώ και να πειστώ για του λόγου το αληθές. Δοκίμασα μια ποικιλία κρεάτων (καλαμάκι κοτόπουλο και χοιρινό, γύρο μοσχαρίσιο και σουτζουκάκι), συνοδεία πουρέ πατάτας, ψητών λαχανικών, τζατζικιού, μους φέτας και καλαμποκένιων αλάδωτων πιτών. Τέλειο! Γρήγορο, ποιοτικό φαγητό, με έμφαση στην καλή πρώτη ύλη και στο σωστό μαρινάρισμα, που δεν ταγκίζει στο στόμα.
Ο υπεύθυνος του καταστήματος, Σίμος Βέκιος, με πληροφορεί πως «τα περισσότερα υλικά τα φέρνουμε από την Ελλάδα: καλαμάκια κρεάτων, γύρους, πίτες, τζατζίκι, λάδι, τυριά (χαλούμι, φέτα), μυρωδικά (ρίγανη, δεντρολίβανο), ελιές, πολλά από τα οποία πουλάμε και στο deli μας μαζί με άλλα ελληνικά προϊόντα». Από το μενού τι προτιμούν οι Βρετανοί και τι οι υπόλοιποι; «Οταν ακούμε παραγγελία με γύρο χοιρινό και πίτα, ξέρουμε ότι κατά 99% ο πελάτης είναι Ελληνας. Οι Αγγλοι και οι κάτοικοι της γύρω περιοχής, οι οποίοι σε μεγάλο ποσοστό είναι μουσουλμάνοι, προτιμούν το κοτόπουλο. Αλλά δοκιμάζουν και άλλες γεύσεις σιγά-σιγά. Από τις σαλάτες μας, η χωριάτικη με φέτα είναι η αγαπημένη όλων. Είναι το ελληνικό trademark, γνωστό παγκοσμίως». Με άριστες κριτικές και σχόλια πελατών στη γνωστή ταξιδιωτική πλατφόρμα tripadvisor, δεν είναι τυχαίο ότι το «Olive oil & Oregano» τον Σεπτέμβριο θα επεκταθεί και στο τεράστιο Lakeside Mall, επίσης στο Λονδίνο, και έπεται συνέχεια.
«Opso» Παρεΐστικο φαγητό
Στη ΜερΙΛΜΠΟΝ επίσης, άνοιξε πριν από ένα μήνα ο 29χρονος Ανδρέας Λαμπρίδης το «Opso», το μενού του οποίου έχουν επιμεληθεί οι βραβευμένοι σεφ με αστέρι Michelin Γεωργιάννα Χιλιαδάκη και Νίκος Ρούσσος. Ρωτάω τον νεαρό επιχειρηματία για το σκεπτικό της επένδυσής του. «Το “Opso” είναι ένα all-day casual εστιατόριο, που κοιτάζει την ελληνική κουζίνα στα μάτια, αλλά παράλληλα τη φλερτάρει με έναν αέρα λονδρέζικο. Ουσιαστικά, σε αυτόν το χώρο θέλουμε να γνωρίσουμε στους Λονδρέζους την ελληνική κουζίνα μέσα από τη δική μας ματιά. Γι’ αυτό υπάρχουν πολλές αναφορές σε παραδοσιακές ελληνικές συνταγές (όπως το αρνί γιουβέτσι στο φούρνο), που φέρνουν αμέσως αναμνήσεις από ένα κλασικό ελληνικό κυριακάτικο τραπέζι. Τα διάφορα φαγητά μπαίνουν στη μέση, μοιράζονται και φέρνουν την παρέα κοντά. Αυτή, άλλωστε, είναι η βασική ιδέα του “Opso”, social food. Η ελληνική φιλοξενία και γεύση δοσμένη με μια κοσμοπολίτικη διάθεση Λονδίνου».
Και ποια είναι η φιλοσοφία του φαγητού κατά τους σεφ; «“Greece inspired, London made” είναι το μότο μας. Το φαγητό μας έχει ελληνικές επιρροές, με έμφαση σε ιδιαίτερα ελληνικά προϊόντα, αλλά με μια κοσμοπολίτικη διάθεση του Λονδίνου. Το 90% του όγκου των προϊόντων που χρησιμοποιούνται κατά την παρασκευή των πιάτων μας έρχεται από την Ελλάδα». Στην ανταγωνιστική αγορά της λονδρέζικης εστίασης, τι νέο έρχεται να κομίσει το «Opso»; τους ρωτάω. «Το “Opso”, που σημαίνει έδεσμα στα αρχαία ελληνικά, θα βοηθήσει, όπως και όλα τα υπόλοιπα εστιατόρια με καλή ελληνική κουζίνα, στη διάδοση της γευστικής μας κουλτούρας γενικότερα». Με τέτοιους εκλεκτούς πρεσβευτές της νέας ελληνικής κουζίνας μόνο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου