Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Δείτε τα έθιμα του Δεκαπενταύγουστου στην Ελλάδα


Μελωδίες από τον Πόντο και μνήμες από τη μεταφορά της εικόνας της Παναγίας Σουμελά από την Τραπεζούντα στο Βέρμιο αναβιώνουν στην ομώνυμη μονή κοντά στη Βέροια, κάθε Δεκαπενταύγουστο στην γιορτή της Παναγίας. 
 
Πλήθη προσκυνητών αναζητούν τη χάρη Της στα προσκυνήματα της Μακεδονίας, ενώ μια εντυπωσιακή πομπή οδηγούν καβαλάρηδες με καλοστολισμένα άλογα στην Μονή της Παναγίας του Μικροκάστρου κοντά στη Σιάτιστα. Λίγες μέρες αργότερα, στο περιβόλι της Παναγίας, όπως έχει επικρατήσει να ονομάζεται το Άγιον Όρος, κορυφώνονται οι εορτασμοί της Κοίμησης της Θεοτόκου με το παλιό ημερολόγιο. 
 
Τις παρακλήσεις, τις αγρυπνίες και τις ψαλμωδίες, που εντυπωσιάζουν με τη μυσταγωγία και την κατάνυξή τους, ακολουθούν γιορταστικά τραπέζια για όλους τους μοναχούς και τους επισκέπτες, με κυρίαρχο έδεσμα το ψάρι, ακολουθώντας το τυπικό της μοναστικής πολιτείας του Άθω.
 
Η Παναγία Σουμελά
 
«Η Παναγία Σουμελά είναι το προπύργιο και ο τόπος όπου συναντάται ο ποντιακός ελληνισμός. Από τη στιγμή που οι Πόντιοι ήρθαν στον ελλαδικό χώρο και δεν μπορούσαν τα χρόνια εκείνα να πάνε να τιμήσουν την Παναγία Σουμελά, στο όρος Βέρμιο δημιουργήθηκε η μονή της Παναγίας Σουμελά με τη θαυματουργή εικόνα που έφεραν στον ελλαδικό χώρο και με το σημείο του σταυρού των Κομνηνών» επισημαίνει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Τρίτος.
 
Όπως τονίζει, στην περιοχή του Βερμίου κάθε χρόνο τελείται η πανηγυρική θεία λειτουργία από τον μητροπολίτη της Βέροιας, με τη συμμετοχή και άλλων ιεραρχών, και στη συνέχεια γίνεται κτητορικό μνημόσυνο και κατάθεση στεφάνων στην προτομή του Αλέξανδρου Υψηλάντη. «Εκεί συγκεντρώνεται όλος ο ποντιακός ελληνισμός. Είναι μια μέρα πανηγυριού, μια μέρα μνήμης, μια μέρα ιστορικής αυτοσυνειδησίας» προσθέτει.
 
Σημειώνεται ότι το προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο ξεκίνησε το 1951, χρονιά που εγκαταστάθηκε η ιστορική εικόνα στη νέα της κατοικία. Την εικόνα είχε μεταφέρει από το Μοναστήρι του όρους Μελά του Πόντου ο αείμνηστος Αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος Σουμελιώτης, το 1931.
 
Στο Πανελλήνιο Ιερό Προσκύνημα της «Παναγίας Σουμελά» φυλάσσονται, επίσης, ο βαρύτιμος και ευμεγέθης Σταυρός, που φέρει Τίμιο ξύλο, δωρεά του αυτοκράτορα Εμμανουήλ Γ΄(1390-1417) του Μεγαλοκομνηνού προς την παλαίφατη Πατριαρχική Μονή της Παναγίας Σουμελά του Πόντου και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο, του Οσίου Χριστοφόρου, ηγουμένου της Μονής της Παναγίας Σουμελά του Πόντου (644), τα οποία είχε φέρει ο Αμβρόσιος Σουμελιώτης, επίσης το 1931.
 
Εκεί βρίσκεται και ο ενεπίγραφος χρυσοκέντητος Επιτάφιος της Μονής Σουμελά, που παραχωρήθηκε στη Μονή από το Μουσείο Μπενάκη το 1997. Στο σκευοφυλάκιο της Μόνης φυλάσσονται και άλλα κειμήλια επισκέψιμα από το κοινό.
 
Το έθιμο των καβαλάρηδων
 
Η Σιάτιστα, πόλη σκαρφαλωμένη στον αυχένα του βουνού Βέλια, σε ένα τοπίο με ιδιάζουσα ορεινή αγριάδα, συνταιριασμένη με την μοναδική στο είδος της γλυκύτητα και ομορφιά, σε υψόμετρο 900 μέτρων, προσκαλεί και προκαλεί τον κάθε επισκέπτη, όσο απαιτητικός και εάν είναι. 28 χιλιόμετρα δυτικά της Κοζάνης, 4 χιλιόμετρα από τον κόμβο της Εγνατίας οδού, αποτελεί τον ιδανικότερο σταθμό για τον επισκέπτη που κατευθύνεται στα Γρεβενά, στα Γιάννενα, στην Καστοριά, στις Πρέσπες, στην Έδεσσα. Παραδοσιακός οικισμός, με δύο ανεπανάληπτα καμπαναριά, εξαίσιες μεταβυζα- ντινές εκκλησίες, ανυπέρβλητα οικοδομήματα, τα περίφημα Αρχοντικά, η Σιάτιστα σηκώνει ένα βάρος πνευματικής, πολιτιστικής και εμποροοικονομικής κληρονομιάς που πεισματικά και επίμονα το βαστάζει στους ώμους της.
 
Η Σιάτιστα συνεχίζει να κρατάει την εθιμοτυπία, ένδειξη της φιλέορτης διάθεσης των κατοίκων, με εκδηλώσεις που ασκούν μια ιδιαίτερη γοητεία στον επισκέπτη. 
Στις 11, 12, 13, 14 και 15 Αυγούστου όλη η Σιάτιστα δονείται στους ρυθμούς των χάλκινων και του ασταμάτητου γλεντιού, με τις παρέες των καβαλάρηδων να γλεντούν ασταμάτητα σε διάφορα σημεία της πόλης μαζί με κατοίκους και επισκέπτες. 
 
Μέρες πριν όλοι ετοιμάζονται και πλένουν σχολαστικά τα άλογά τους. Οι καβαλάρηδες το πρωί του Δεκαπενταύγουστου με στολισμένα άλογα, συγκεντρώνονται και όλοι μαζί διατηρώντας την παράδοση, φτάνουν στο μοναστήρι της Παναγίας,  όπου γίνεται το προσκύνημα και η περιφορά της θαυματουργής Εικόνας
Στην επιστροφή γίνεται μια στάση στην Εκκλησία του Προφήτη Ηλία (Μικρόκαστρο) και στον αύλιο χώρο της εκκλησίας πραγματοποιείται ένα μικρό γλέντι με φαγητό, ποτό και χορό. Το μεσημέρι οι καβαλάρηδες επιστρέφουν στη Σιάτιστα.
 
Τότε ξεκινάει η παρέλαση αλόγων και καβαλάρηδων από την περιοχή των Λ.Η.Β. Κάθε παρέα περνάει χωριστά με τη συνοδεία χάλκινων, ενώ οι αρχές και πλήθος κόσμου είναι συγκεντρωμένοι στις πλατείες για να τους υποδεχτούν.
 
Ακολουθεί γλέντι χορός από τους καβαλάρηδες, πρώτα στις πλατείες της Σιάτιστας και κατόπιν στα σπίτια που γιορτάζουν μέχρι τις πρωινές ώρες.
Το έθιμο έχει τις ρίζες του στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Τότε η ημέρα της Παναγίας, 15 Αυγούστου, έδινε τη δυνατότητα στους σκλαβωμένους να ζήσουν μια μέρα ελευθερίας, καθώς άγραφο προνόμιο φαίνεται είχε δοθεί από τους Τούρκους. Από όλη τη Δυτική Μακεδονία προσέρχονταν Προσκυνητές καβάλα στα άλογα να τιμήσουν τη Θεοτόκο, και να πάρουν από αυτή ευλογία και δύναμη. Ήταν όμως και ένας τρόπος συνεύρεσης και επικοινωνίας των Ελλήνων της γύρω περιοχής, έχοντας έτσι το προνόμιο να συζητήσουν θέματα σχετικά με την Εθνική υπόθεση.
 
Οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας στο Άγιον Όρος
 
Στο Άγιον Όρος, εξάλλου, υπάρχουν πάρα πολλές θαυματουργές εικόνες της Παναγίας, μερικές, όμως, από αυτές είναι ιδιαίτερα γνωστές. Ο καθηγητής Μιχαήλ Τρίτος αναφέρει χαρακτηριστικά την εικόνα του Άξιον Εστί στο ναό του Πρωτάτου στις Καρυές.
 
Η παράδοση αναφέρει ότι στα τέλη του 10ου αιώνα, σε ένα κελί κάτω από τη σκήτη του Αγίου Ανδρέα, ασκήτευαν δύο μοναχοί. Τη στιγμή που ο ένας τελούσε την προσευχή του όρθρου της Κυριακής και ενώ ο άλλος έλειπε για να συμμετέχει σε αγρυπνία στις Καρυές, εμφανίστηκε στον πρώτο μοναχό ένας νέος που ζήτησε φιλοξενία. Οι δύο μαζί συνέχισαν τον όρθρο και την ώρα που έπρεπε να ψάλλουν στην Παναγία τον ύμνο «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον…» ο φιλοξενούμενος νέος άρχισε να ψέλνει ένα άλλο ύμνο, το «αξιόν εστίν ως αληθώς, μακαρίζειν σε». 
 
Ο μοναχός ενθουσιάστηκε και ζήτησε από τον νέο να γράψει τον ύμνο. Αυτό και έκανε και στη συνέχεια εξαφανίστηκε. Σύμφωνα με την παράδοση ο φιλοξενούμενος μοναχός ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και έκτοτε η Ιερά Κοινότητα αποφάσισε τη μεταφορά της εικόνας, την οποία και μετονόμασε σε «Άξιον Εστί» στο Πρωτάτο, όπου και συνεχίζει να θαυματουργεί.
 
Για την Παναγία Κουκουζέλισσα στο Μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας λέγεται ότι η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον μοναχό Ιωάννη Κουκουζέλη και του έβαλε στο χέρι ένα χρυσό νόμισμα. Τότε οι γέροντες κρέμασαν το νόμισμα στην εικόνα της Παναγίας που έκανε πλήθος θαύματα. 
 
Πολύ γνωστές είναι η Παναγιά η Κτητόρισσα στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, η Παναγιά η Πορταΐτισσα στο μοναστήρι των Ιβήρων που προκαλεί δέος στους προσκυνητές με την αυστηρότητά της και η Παναγία η Τριχερρούσα στη σέρβικη Ιερά Μονή Χιλανδαρίου. Η εικόνα αυτή μεταφέρθηκε στις αρχές του Αυγούστου στο Σταυρό του Δήμου Βόλβης όπου εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα.
 
Ονομάζεται «Τριχερούσα» καθώς σε αυτήν φαίνεται και ένα τρίτο -ασημένιο- χέρι. Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα αποτελούσε οικογενειακό κειμήλιο του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, ο οποίος το έτος 705-715, πολέμιος των Εικονομάχων, συκοφαντήθηκε στον χαλίφη της Συρίας Ουάλιδ, που διέταξε να του κοπεί το δεξί χέρι. Ο Άγιος ικέτευσε την Παναγία να τον θεραπεύσει και όταν το πρωί ξύπνησε και είδε ότι το χέρι του είχε αποκατασταθεί, έβαλε αργυρό ομοίωμα του χεριού του κάτω από το αριστερό μέρος της Εικόνας της Παναγίας.
 
Αργότερα ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός έγινε μοναχός στη Λαύρα του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου στην Παλαιστίνη, μεταφέροντας την εικόνα μαζί του. Το έτος 1217 ο Άγιος Σάββας ο Χιλανδαρηνός, υιός του Σέρβου βασιλέα Στεφάνου Νεμάνια, μετέφερε την εικόνα στην Ιερά Μονή Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους. Το έτος 1347, ο Σέρβος Κράλης Δρούσαν, τη μετακίνησε ως ευλογία στη Σερβία και την τοποθέτησε στην Ιερά Μονή Στουντενίτσης. 
 
Η παράδοση αναφέρει ότι στις αρχές του 15ου αιώνα, λίγο πριν οι Τούρκοι καταλάβουν τη Σερβία, οι μοναχοί έδεσαν την εικόνα στη ράχη ενός γαϊδάρου και άφησαν το ζώο ελεύθερο, ώστε η Παναγία να το οδηγήσει. Με θαυματουργικό τρόπο, το ζώο κατέληξε στην Ιερά Μονή Χιλανδαρίου, οδηγώντας εκεί την Παναγία Τριχερούσα, που θεωρείται σήμερα η Ηγουμένη-Πολιούχος της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου και Προστάτης του Σέρβικου Ορθόδοξου λαού.
 
Τα προσκυνήματα στη Μακεδονία
 
Εκτός, όμως, από το πιο γνωστό προσκύνημα, εκείνο της Παναγίας Σουμελά, υπάρχουν και πολλά άλλα στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Στο Παγγαίο όρος βρίσκεται η Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας που αποτελεί πόλο έλξης πιστών οι οποίοι καταφθάνουν εκεί για να προσκυνήσουν την αχειροποίητο εικόνα της Θεοτόκου. 
 
Βρίσκεται στο δρόμο Καβάλας - Σερρών, στα όρια των δύο νομών, αμέσως μετά την Κορμίστα σε μια κατάφυτη τοποθεσία και σε υψόμετρο 743 μέτρων.
 
Η Μονή Παναγίας Γουμένισσας στο νομό Κιλκίς υπήρξε η αφορμή για να δημιουργηθεί εκεί η μικρή ομώνυμη πόλη. Το σημαντικότερο αντικείμενο της μονής είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Γουμένισσας έργο του 13ου αιώνα μ.Χ. η οποία τιμάται τέσσερις φορές το χρόνο.
 
Η Μονή Παναγίας Δοβρά στην Καλή Παναγιά Ημαθίας ιδρύθηκε το 12ο αιώνα. Φιλοξενεί τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Δοβρά ενώ το μοναστήρι πανηγυρίζει και κατά την εορτή της Ζωοδόχου Πηγής εξαιτίας του αγιάσματος που υπάρχει στο χώρο.
 
Στο Λευκώνα Σερρών λειτουργεί η Μονή της Παναγίας Βύσσιανης όπου βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Η παράδοση λέει ότι την είχε εντοπίσει ένας γεωργός και στο σημείο εκείνο χτίστηκε μια εκκλησία.
 
Ο καθηγητής Μιχαήλ Τρίτος δεν παραλείπει να αναφέρει και την Μονή Μολυβδοσκέπαστου στη μητρόπολη Κόνιτσας αλλά και την Παναγία Χρυσοβίτσα στο Μέτσοβο, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.