Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Όταν τσιγγάνοι απήγαγαν τον μικρό Δημοσθένη

Μια υπόθεση απαγωγής βρέφους που, παρ΄ όλον ότι έλαβε χώρα τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, δεν παύει ακόμη να συγκλονίζει…
 

Ο ΜΙΚΡΟΣ Δημοσθένης, ένα μήνα αργότερα, «έφυγε» από τη ζωή για να γίνει άγγελος στον ουρανό…

Η υπόθεση της μικρής Μαρίας στην Ελλάδα, η οποία όπως όλα δείχνουν αποτελεί θύμα κυκλώματος εμπορίας βρεφών, συγκλονίζει κυριολεκτικά το παγκόσμιο, ξυπνά μνήμες και ξύνει πληγές γονέων ή συγγενών εξαφανισμένων παιδιών. Δεν είναι λίγες οι υποθέσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες σε σχέση με παιδιά από όλο τον κόσμο που είτε απήχθησαν από τσιγγάνους είτε ακόμη αγνοείται η τύχη τους.

Στην Κύπρο μέχρι σήμερα δεν είχαμε ακούσει παρόμοια τραγική ιστορία… Την περασμένη Πέμπτη, εντούτοις, επικοινώνησε με τη «Σημερινή» η Καλομοίρα Ρασποπούλου-Χατζηλοΐζου, νιώθοντας την ανάγκη να μας αφηγηθεί την πραγματική ιστορία που συνέβη στην οικογένειά της, όπως της την εξιστορούσε η γιαγιά της. Μια υπόθεση απαγωγής βρέφους που, παρ΄ όλον ότι έλαβε χώρα τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, δεν παύει ακόμη να συγκλονίζει…

Τότε στην Ιερά Μονή Κύκκου…

Σύμφωνα με την κ. Χατζηλοΐζου, η συγκλονιστική ιστορία ανάγεται στις 8 Σεπτεμβρίου 1920, που εορτάζεται από την Εκκλησία μας το Γενέσιο της Θεοτόκου. «Από τα παλιά χρόνια γινόταν μεγάλη πανήγυρις στην Ιερά Μονή Κύκκου. Έτσι και τότε, στο φημισμένο Μοναστήρι συνέρρευσε μεγάλο πλήθος κόσμου από διάφορες περιοχές του νησιού, για να προσκυνήσει τη χάρη Της. Και φυσικά προσήλθαν στο Μοναστήρι και οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού Μηλικούρι, όπου κατοικούσαν ο παππούς μου Σάββας και η γιαγιά μου Καλομοίρα.

Ήταν ένα νέο ζευγάρι, που είχε αποκτήσει ένα αγοράκι, το πρωτότοκό τους, τον Δημοσθένη, ηλικίας τότε 6-7 μηνών. Ξεκίνησαν, λοιπόν, με το γαϊδούρι τους, με τις πραμάτειες τους και το βρέφος τους για το Μοναστήρι του Κύκκου, με τη βαθιά πίστη και τον πόθο να βρεθούν κοντά στην Παναγία εκείνη την ξεχωριστή μέρα, μιας και η Κυκκώτισσα υπήρξε πάντοτε προστάτιδα και βοηθός τους», συμπλήρωσε.

Όταν έφθασαν στο Μοναστήρι, συνέχισε η κ. Καλομοίρα, αναμείχθηκαν με χιλιάδες άλλους πιστούς, και αφού προσκύνησαν τη χάρη Της και επιτέλεσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, βρήκαν κάποιο χώρο έξω από το μοναστήρι, όπου άπλωσαν τον «ποξιά» τους, πάνω στον οποίο τοποθέτησαν διάφορα προϊόντα του χωριού τους, που είχαν μεταφέρει μαζί τους. Σουτζιούκκο, κκιοφτέρκα, πωρικά, σταφίδες, αμύγδαλα, σύκα, καρύδια, για να τα ανταλλάξουν με προϊόντα που έφερναν χωρικοί από άλλες περιοχές, όπως αλεύρι, σιτάρι, μετάξι κτλ.

«Η γιαγιά μου, μητέρα του μικρού Δημοσθένη, τον θήλασε, κι αυτός αποκοιμήθηκε και τον τοποθέτησε κάτω στο έδαφος, σε κάποιο σημείο, κοντά στα προϊόντα τους, ανυποψίαστη για το κακό που παραμόνευε. Άνθρωποι πηγαινοέρχονταν, κουβέντιαζαν με τον παππού και τη γιαγιά μου, αντάλλασσαν προϊόντα κτλ. Στην περιοχή υπήρχαν και τσιγγάνοι, οι οποίοι συνήθιζαν να πηγαίνουν σε μεγάλα πανηγύρια, για να πουλήσουν κι εκείνοι τα δικά τους αντικείμενα, όπως σμίλες, μπρίκια και άλλα», συνέχισε.

Όταν βρέθηκε ο… Γιαλλούρης

Όπως μας ανέφερε στην συνέχεια, «σε κάποια στιγμή, η γιαγιά μου έστρεψε το κεφάλι της προς το μέρος όπου είχε βάλει τον μικρό Δημοσθένη για να δει εάν κοιμόταν ακόμα. Και τότε έντρομη διαπίστωσε ότι το μωρό δεν ήταν εκεί! Άρχισε να φωνάζει βοήθεια, ότι της πήραν τον μικρό Δημοσθένη, και ικέτευε την Παναγία να τους βοηθήσει να τον βρουν. Αλαφιασμένη, μαζί με τον παππού μου τον Σάββα και άλλους συγγενείς και γνωστούς, άρχισαν να ψάχνουν παντού στον χώρο του πανηγυριού, αλλά δεν εντόπιζαν πουθενά το μικρό αγοράκι. Το οποίο, πρέπει να σημειώσω, ήταν πανέμορφο, με ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια (είχε πάρει από τον πατέρα του Σάββα, που εξαιτίας των γαλάζιων ματιών του είχε το παρατσούκλι Γιαλλούρης).

Ο πατέρας του μωρού, και παππούς μου, που διακρινόταν για την οξυδέρκειά του, άρχισε να φωνάζει δυνατά ότι το είχαν πάρει οι τσιγγάνοι. Αμέσως, συγγενείς και φίλοι προσφέρθηκαν να βοηθήσουν και κατέστρωσαν ένα επείγον σχέδιο: Κάποιοι να τρέξουν στον δρόμο από τον Κύκκο προς την Τσακκίστρα - Κάμπο, άλλοι να ψάξουν στον δρόμο από τον Κύκκο προς τον Πεδουλά και άλλοι στον δρόμο από τον Κύκκο προς το Μηλικούρι, καλύπτοντας όλες τις κατευθύνσεις προς τις οποίες πιθανόν να είχαν πάει οι τσιγγάνοι.

Και όντως, εκείνοι που είχαν τρέξει προς την κατεύθυνση της Τσακκίστρας και του Κάμπου, συνάντησαν σε λίγο κάποιους τσιγγάνους, τους σταμάτησαν και τους έψαξαν. Και τότε βρήκαν στην κατοχή τους τον μικρό Δημοσθένη! Έπιασαν αμέσως το παιδί και αφού ξυλοφόρτωσαν τους απαγωγείς, πήραν το αγοράκι πίσω στους γονείς του, οι οποίοι πετούσαν από τη χαρά τους που ξαναβρήκαν το σπλάχνο τους», ανέφερε

Ο πόνος αβάσταχτος

Σύμφωνα με την κ. Χατζηλοΐζου, η συνέχεια στην όλη ιστορία δεν ήταν το ίδιο ευτυχισμένη. «Οι τσιγγάνοι φαίνεται ότι είχαν δώσει κάτι στο μωρό για να κοιμηθεί και να μην κλαίει. Από εκείνη την ημέρα, ο μικρός Δημοσθένης αρρώστησε και ήτανε συνεχώς πολύ άρρωστος. Τον βάφτισαν άρον-άρον (επειδή ήταν αβάπτιστος ακόμα) και σε ένα μήνα, δυστυχώς, έφυγε από τη ζωή για να γίνει άγγελος στον ουρανό», συνέχισε και συμπλήρωσε: «Δεν ξεπέρασαν εύκολα την τραγωδία που τους βρήκε ο παππούς Σάββας και η γιαγιά Καλομοίρα, αλλά παρηγορήθηκαν στη συνέχεια όταν απέκτησαν δύο κορίτσια, τη θεία Πολυξένη, η οποία, όταν γέννησε το πρώτο της παιδί, το ονόμασε Δημοσθένη, και τη μητέρα μου Μαρούλα», κατέληξε η κ. Χατζηλοΐζου,


Δεν υπάρχουν σχόλια: