Δώδεκα χρόνια
μετά τη χρεοκοπία συνεχίζει να βρίσκεται εκτός αγορών
Οι προχειρότητες
με τις οποίες αντιμετωπίστηκε η οικονομία για πολλά χρόνια έχουν οδηγήσει σε
ένα λαβύρινθο συναλλαγματικών περιοριστικών ελέγχων και συνάμα σοβαρών και
κρίσιμων οικονομικών προβλημάτων.
ΟΤΑΝ ΧΡΕΟΚΟΠΗΣΕ η
χώρα το 2002, ο τότε Πρόεδρος Ντε Λα Ρούα εγκατέλειψε το προεδρικό μέγαρο με
ελικόπτερο, για να αποφύγει το μένος των οργισμένων Αργεντινών
Το 1998 η
Αργεντινή είχε εισέλθει σε μια, όπως φάνηκε, περίοδο τετραετούς οικονομικής
ύφεσης, κατά τη διάρκεια της οποίας η οικονομία υπέστη πτώση της τάξης του 28%.
Όπως υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι, αυτό οφειλόταν στις λανθασμένες οικονομικές
πολιτικές. Τρεις μεγάλες φορολογικές αυξήσεις κατά την περίοδο 2000 -2001
επηρέασαν δυσμενώς την ανάπτυξη και η επέμβαση στο νομισματικό σύστημα στα μέσα
του 2001 δημιούργησαν τον φόβο υποτίμησης του νομίσματος.
Από τον Δεκέμβριο
του 2001 μέχρι τις αρχές του 2002 οι διαδοχικές κυβερνήσεις υπέσκαψαν τα
δικαιώματα ιδιοκτησίας με το πάγωμα των τραπεζικών καταθέσεων. Τελικά, το 2002
η χώρα χρεοκόπησε σε ένα δημόσιο χρέος ύψους €100 δις, ενώ η σύνδεση του πέσο
με το δολάριο τερματίστηκε, και πάνω από 50% των Αργεντινών κατέστησαν πτωχοί. Αναφέρεται
δε, ότι από τότε που χρεοκόπησε η Αργεντινή συνεχίζει να είναι αποκομμένη από
τις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Αλλά, παρόλα τα
σοβαρά οικονομικά προβλήματα, δεν προβλέπεται μια οικονομική κρίση της τάξης
του 2002, όταν η χώρα χρεοκόπησε και ο τότε πρόεδρος Ντε Λα Ρούα εγκατέλειψε το
προεδρικό μέγαρο με ελικόπτερο, για να αποφύγει το μένος των οργισμένων
Αργεντινών.
Για πολλά χρονιά,
το ΔΝΤ παρέβλεπε τη δημοσίευση λανθασμένων στατιστικών στοιχείων από την
κυβέρνηση και ειδικά όσον αφορά τον ρυθμό πληθωρισμού και τον ρυθμό οικονομικής
ανάπτυξης. Το Φεβρουάριο του 2013, όμως, το ΔΝΤ επέκρινε την κυβέρνηση και την
προειδοποίησε να βελτιώσει τις στατιστικές της, διαφορετικά θα αντιμετώπιζε
εκδίωξη από το Ταμείο. Η προειδοποίηση αυτή αρχικά δεν έφερε τα απαιτούμενα
αποτελέσματα, αλλά τον Δεκέμβριο η Πρόεδρος της Αργεντινής κ. Κριστίνα
Φερνάντεζ εισήγαγε ένα νέο δείκτη πληθωρισμού, που αντιπροσωπεύει καλύτερα την
πραγματική εικόνα.
Τα στατιστικά
στοιχεία της κυβέρνησης έδειχναν ότι ο ρυθμός πληθωρισμό ήταν 10%, σε σχέση με
τον πραγματικό ρυθμό που ήταν 30%. Παράλληλα, πήρε ορισμένα μέτρα οικονομικής
πολιτικής, σε μια προσπάθεια να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό και να θέσει τη
χώρα σε μια ορθή δημοσιονομική πορεία. Εκτός από τον νέο δείκτη πληθωρισμού, η
κυβέρνηση επέτρεψε στο πέσο να υποτιμηθεί κατά 20%, πράγμα, όμως, που είναι
δυνατόν να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών των εισαγωγών και κατά συνέπεια σε
αύξηση του πληθωρισμού.
Για να αντιμετωπιστεί η πιθανότητα αύξησης του πληθωρισμού,
τα επιτόκια αυξήθηκαν σχεδόν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες. Αναφέρεται ότι οι
στατιστικές της κυβέρνησης δείχνουν ότι μόνο το 4,7% του πληθυσμού στις αστικές
περιοχές είναι πτωχοί, αλλά με τον υπολογισμό του πραγματικού κόστους διαβίωσης
το ποσοστό αυτό είναι 27%. Επίσης, ενώ τα στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης
δείχνουν ότι η κατασκευαστική βιομηχανία επεκτάθηκε κατά 4,7% κατά τους πρώτους
δέκα μήνες του 2013, το πραγματικό ποσοστό δεν ήταν παρά 0,5%. Κατά το
2008-2009, οι επίσημες εκτιμήσεις σε σχέση με τις εκτιμήσεις του ιδιωτικού
τομέα σχετικά με τη βιομηχανική παραγωγή είχαν διαφορά δέκα ποσοστιαίες
μονάδες.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, η αστυνομία κατήλθε σε απεργία για
να διαμαρτυρηθεί για τους χαμηλούς μισθούς, πράγμα που οδήγησε στις χειρότερες
λεηλασίες από το 2002, όταν η χώρα χρεοκόπησε. Αν και οι μισθοί των αστυνομικών
δεν είναι χαμηλοί, εντούτοις ο υψηλός ρυθμός πληθωρισμού, που φθάνει τo 30%,
μειώνει σημαντικά τα πραγματικά εισοδήματα. Μετά από τις αυξήσεις που δόθηκαν
στους αστυνομικούς, που φθάνουν πάνω από 30%, αναμένονται αιτήματα για
παρόμοιες αυξήσεις και στους άλλους τομείς.
Οι οικονομολόγοι, όμως, πιστεύουν ότι η κυβέρνηση θα πρέπει
να μειώσει τις επιδοτήσεις και να μην υποχωρήσει στα αιτήματα των συντεχνιών
για αυξήσεις ημερομισθίων πάνω από 30%. Από τότε που η χώρα χρεοκόπησε το 2002,
αντιμετωπίζει πτώσεις στην αξία του πέσο και υψηλό πληθωρισμό. Η Πρόεδρος
Φερνάντεζ, τυπώνοντας χρήματα για να χρηματοδοτεί τα κοινωνικά προγράμματα,
δημιουργεί ανησυχίες, αφού κάτι τέτοιο αυξάνει τόσο τον πληθωρισμό όσο και το
δημοσιονομικό έλλειμμα.
Οι εξελίξεις αυτές στο εσωτερικό οικονομικό μέτωπο
συνοδεύτηκαν με χειρονομίες στους διεθνείς επενδυτές, που περιλαμβάνουν και
διαπραγματεύσεις για την αποπληρωμή χρέους $6,5 δις στις χώρες που είχαν
δανείσει την Αργεντινή και δεν αποδέχτηκαν την αναδιάρθρωση των χρεών, μετά τη
χρεοκοπία της χώρας. Επίσης, η κυβέρνηση διεξάγει διαπραγματεύσεις για να
αποζημιώσει μια ισπανική εταιρεία ενέργειας, την REPSOL, που είχε απαλλοτριωθεί
το 2012 για περίπου $5 δις.
Το δίλημμα της Φερνάντεζ
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Φερνάντεζ τώρα αντιμετωπίζει ένα δίλημμα. Αν
διατηρήσει τις αυξήσεις μισθών πιο κάτω από τον πληθωρισμό και σιωπηρά μειώσει
τις επιδοτήσεις, θα υπάρξουν ανεπιθύμητες πολιτικές επιπτώσεις. Αντίθετα, αν
συνεχίσει να αυξάνει τους μισθούς και τις επιδοτήσεις, θα οδηγήσει σε
επιτάχυνση του πληθωρισμού, αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και περαιτέρω
μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Η κ. Φερνάντεζ τον περασμένο Μάιο είχε δηλώσει
ότι δεν θα υποτιμήσει το πέσο.
Εντούτοις και με στόχο να αποτρέψει την περαιτέρω απώλεια
συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας, που είχαν μειωθεί κατά 31% στα $29 δις,
ποσό που είναι στο πιο χαμηλό μετά από επτά χρόνια, και εν μέσω ετήσιου
πληθωρισμού πάνω από 28%, εγκατέλειψε τη στήριξη του νομίσματος, πράγμα που
οδήγησε σε υποτίμησή του. Αναφέρεται ότι η ετήσια στήριξη του πέσο το 2013 είχε
στοιχίσει στην Κεντρική Τράπεζα το ποσό των €5,9 δις. Η Αργεντινή, μετά που
επέτρεψε στο πέσο να μειωθεί γύρω στο 20%, στη συνέχεια ανακοίνωσε χαλάρωση των
συναλλαγματικών ελέγχων όσον αφορά την αγορά ξένου συναλλάγματος για σκοπούς
αποταμίευσης.
Έτσι τώρα, τα πρόσωπα που έχουν εισόδημα πάνω από $900 τον
μήνα μπορούν να μετατρέπουν το 20% του μισθού τους σε δολάρια, στην επίσημη
συναλλαγματική ισοτιμία, νοουμένου ότι υπάρχει έγκριση από τις φορολογικές
Αρχές. Ο κυριότερος στόχος της κυβέρνησης τώρα είναι να αποφύγει την περαιτέρω
μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Κάτι τέτοιο, όμως, θα οδηγήσει στον
κίνδυνο περαιτέρω υποτίμησης του πέσο και αυξήσεις του πληθωρισμού, αφού οι
τιμές των εισαγόμενων αγαθών θα αυξηθούν.
Ασφαλώς, η κατά 20% υποτίμηση του πέσο αντικατοπτρίζει την
απώλεια εμπιστοσύνης στην οικονομική διαχείριση της χώρας. Οι προχειρότητες με
τις οποίες αντιμετωπίστηκε η οικονομία για πολλά χρόνια έχουν οδηγήσει σε ένα
λαβύρινθο συναλλαγματικών περιοριστικών ελέγχων. Τα συναλλαγματικά αποθέματα
μειώθηκαν, ενόσω οι Αργεντινοί βρήκαν τρόπους να παραβιάζουν τους
συναλλαγματικούς ελέγχους. Κατά συνέπεια, η Αργεντινή θα πρέπει να απευθυνθεί
τώρα στις κεφαλαιαγορές για να αυξήσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα.
Αλλά η λαϊκίστικη
πολιτική της κυβέρνησης έχει οδηγήσει στην απώλεια της εμπιστοσύνης των διεθνών
επενδυτών, με την παρουσίαση λανθασμένων μακροοικονομικών στατιστικών, σε
σημείο που να καθιστά τις επίσημες στατιστικές αναξιόπιστες. Επίσης, έχει
δημιουργήσει προβλήματα με την Αμερική και την Ε.Ε., με την εθνικοποίηση ξένων
εταιρειών και με την υιοθέτηση πιο στενών σχέσεων με τη Βενεζουέλα και το Ιράν.
σημερινη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου