Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Ο ΦΙΛΟΞΕΝΟΣ παρουσιάζει τον μεγάλο ρεμπέτη Γιώργο Ξηντάρη από την Σκόπελο


Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ΦΙΛΟΞΕΝΟ ο Ρεμπέτης Γιώργος Ξηντάρης από την Σκόπελο, μίλησε γενικά για το ρεμπέτικο τραγούδι, την έως τώρα πορεία του σε αυτό, τις συνεργασίες που έχει κάνει, τους παλαιούς ρεμπέτες τους οποίους έχει γνωρίσει αλλά και συνεργαστεί αλλά και την «Ανατολή» ή αλλιώς το Ηρώδειο της Σκοπέλου, όπως την αποκαλεί.



Πρόκειται πραγματικά για μια κατάθεση ψυχής από τον Γιώργο Ξηντάρη ο οποίος υπηρετεί επί σειρά ετών το ρεμπέτικο τραγούδι και θεωρείτε από τους τελευταίους γνήσιους ρεμπέτες που έχουν απομείνει στην Ελλάδα.  

  1. Γιώργο θεωρείσαι ένας από τους ελάχιστους γνήσιους ρεμπέτες που έχουν απομείνει στην Ελλάδα. Έτσι είναι τα πράγματα;
Κάπως  έτσι είναι τα πράγματα. Οι τελευταίοι εναπομείναντες είναι ο Γκολές, ο Αγάθωνας κι εγώ.

  1. Τι είναι το ρεμπέτικο για σένα;
Για μένα το Ρεμπέτικο είναι φιλοσοφία ζωής, τρόπος ζωής και στάση ζωής.




  1. Ακούει ο κόσμος ρεμπέτικο τραγούδι στις μέρες μας;
Εκτός από τους ανθρώπους της ηλικίας μας που ήταν κοντά στα ακούσματα του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού, πολλοί νέοι αρχίζουν να ασχολούνται και να ακούνε  ρεμπέτικα τραγούδια ψάχνοντας μια διαφορετική μουσική έξω από τα καθιερωμένα και τα τετριμμένα.

  1. Είσαι ικανοποιημένος από την έως τώρα πορεία σου στον χώρο του ρεμπέτικου και γενικά της μουσικής;
Γενικά οι καλλιτέχνες δεν είμαστε σχεδόν ποτέ ικανοποιημένοι με την πορεία μας. Πάντα θέλουμε να προσφέρουμε περισσότερα.




  1. Ποιοι άλλοι καλλιτέχνες στις μέρες μας μπορούμε να πούμε ότι είναι ρεμπέτες;
Δεν νομίζω να μπορούμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον «Ρεμπέτη» στην εποχή μας, διότι η έννοια «Ρεμπέτης-Ρεμπέτικο» αναφέρεται σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο και σε συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες.

  1. Τα τελευταία χρόνια έχεις αράξει στην Σκόπελο και στην «Ανατολή». Τι είναι η «Ανατολή» για σένα και τι γίνεται εκεί κάθε καλοκαίρι;
Η «Ανατολή» είναι ένα δημιούργημα της ψυχής μου και φτιαγμένη από το αίμα της καρδιάς μου. Είναι εκεί στο κάστρο της Σκοπέλου 32 χρόνια και δεν γίνεται να αποτυπωθεί σε μερικές γραμμές ό,τι συμβαίνει εκεί κάθε βράδυ. Εκτός από εμένα και τα παιδιά μου που παίζουμε κάθε βράδυ, η ορχήστρα μπορεί να μεγαλώσει από κάποιους από τους πολλούς καλούς μουσικούς που έχει η Σκόπελος ή και από τους πελάτες δίνοντας κάθε βράδυ μια μικρή συναυλία στο «Ηρώδειο της Σκοπέλου».



  1. Κάνεις κάποιες εμφανίσεις στην Αθήνα ή σε άλλες πόλεις; Έχεις κάνει και εμφανίσεις στο εξωτερικό;
Μέχρι πέρυσι ήμουν για όλη τη σεζόν σε νυχτερινά κέντρα. Το χειμώνα που μας πέρασε έκανα κάποιες εμφανίσεις για τρεις μήνες στη μουσική σκηνή Χαμάμ. Για του χρόνου βλέπουμε! Συνήθως οι εμφανίσεις σε άλλες πόλεις γίνονται καλοκαίρι, οπότε λόγω «Ανατολής» δεν μπορώ να πάω. Όσον αφορά δε τις εμφανίσεις στο εξωτερικό, είχαν γίνει παλιότερα.

  1. Τι είναι αυτό που σε τράβηξε και ασχολήθηκες με το ρεμπέτικο; Κάνε μας μια αναδρομή στο παρελθόν.
Η μουσική που έχω στα αυτιά μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου είναι τα ρεμπέτικα από τα γραμμόφωνα που υπήρχαν τότε στη Σκόπελο. Εκτός από τη μουσική αυτό που με τράβηξε ήταν ο στίχος. Κάθε τραγούδι αφηγείται μια ιστορία που μερικές φορές θαρρείς ότι είναι γραμμένο για σένα. Ξεκίνησα μόνος μου το μπουζούκι προσπαθώντας να παίξω αυτά που άκουγα. Κοιμόμουνα με το μπουζούκι αγκαλιά. Το 1967 κατέβηκα Αθήνα και παρόλο που έπαιζα μπουζούκι, το πρώτο όργανο που έπαιξα σε πάλκο ήταν κιθάρα στο κέντρο «Φεγγάρι» στην πλάκα. Τη δεκαετία του ’70 δουλεύω τα καλοκαίρια στα «Δειλινά» στη Σκόπελο με τον Καλαφάτη και το χειμώνα στην Πάτρα πάλι με τον Καλαφάτη. Το ’79 έκανα τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο «Ρεμπέτικα βράδια» και το 1981 έφτιαξα με τον Παύλο τον Βασιλείου την «Ρεμπέτικη Ιστορία» στην Αθήνα που πραγματικά έγραψε ιστορία. Από κει πέρασαν ηθοποιοί, τραγουδιστές, μουσικοί και πάρα πολύς κόσμος που ακόμα και τώρα μου αναφέρουν ότι με άκουγαν στη «Ρεμπέτικη Ιστορία». Το 1982 έφτιαξα την «Ανατολή». Το ’83 προβάλλεται στην τηλεόραση το «Μινόρε της Αυγής» του Φώτη Μεσθεναίου το οποίο ήταν ο πιο καθοριστικός σταθμός της καλλιτεχνικής μου πορείας. Το 1992 ξεκινάει η δεύτερη φάση της καριέρας μου με τις εμφανίσεις μου στη «Στοά Αθανάτων» και συνεχίζεται με συνεργασίες με σημαντικούς καλλιτέχνες σχεδόν ανελλιπώς μέχρι και σήμερα σε διάφορα νυχτερινά κέντρα της Αθήνας.




  1. Με ποιους παλιούς ρεμπέτες πρόλαβες και συνεργάστηκες;
Είχα την τύχη και τη χαρά να γνωρίσω και να συνεργαστώ με πολλούς και σημαντικούς καλλιτέχνες. Γνώρισα τον Μάρκο στην τελευταία του εμφάνιση στο κέντρο «Μαργκώ» στα Πατήσια, γνώρισα τον Τσιτσάνη και τη Μπέλλου στο «Χάραμα» όπου έφαγα όλα μου τα λεφτά, γνώρισα τον Πρόδρομο Τσαουσάκη όπου κάναμε παρέα τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Καλλιθέα, γνώρισα τον Μπαγιαντέρα, τον Κηρομύτη, τη Ρόζα, συνεργάστηκα με τον Καλφόπουλο, την Χρυσάφη, τον Γενίτσαρη, τον Κούλη τον Σκαρπέλη, τον Χοντρονάκο, τον Γιάννη τον Βενεκά τον κιθαρίστα του Τσιτσάνη, τον Γιάννη Σταματίου (Σπόρος), τον Καραμπεσίνη και πολλούς άλλους καλλιτέχνες του λαϊκού τραγουδιού.

  1.  Συνεχιστές του ονόματος Ξηντάρη είναι πλέον οι δύο γιοι σου, ο Αντώνης και ο Θοδωρής έτσι;
Βεβαίως! Τα παιδιά μεγάλωσαν στο μαγαζί μ’ αυτά τα τραγούδια, συνεχίζουν να παίζουν ρεμπέτικα και καλά λαϊκά τραγούδια και ,όχι επειδή είναι παιδιά μου αλλά, νομίζω ότι είναι από τους πιο σοβαρούς και καλούς μουσικούς.

  1. Η Σκόπελος απ’ όπου κατάγεσαι συνεχίζει και βγάζει μουσικούς που ασχολούνται με το ρεμπέτικο. Γιατί νομίζεις;

Πραγματικά, αυτό που συμβαίνει στη Σκόπελο είναι φαινόμενο. Από έναν τόσο μικρό τόπο να βγαίνουν τόσοι πολλοί καλοί μουσικοί που να ακούνε και να παίζουν ρεμπέτικα και λαϊκά είναι μοναδικό στην Ελλάδα. Το σπουδαιότερο επίσης είναι ότι αυτή τη στιγμή παίζουν κάποιο όργανο και τραγουδάνε παιδιά κάτω των 15 ετών. Το πιθανότερο είναι να ασχολήθηκαν μ’ αυτό το είδος μουσικής επηρεασμένοι από μένα, τον Κώστα τον Καλαφάτη, τον Παύλο τον Βασιλείου και τον Νίκο τον Σύρο που μεγαλώσαμε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: