«Brexit: Σε νέα βάση και οι Βάσεις στην Κύπρο!» - Μάλλον όχι…
Η Βρετανία θα μπορούσε να επαναδιαπραγματευθεί το θέμα της στρατιωτικής παρουσίας της, διατηρώντας μικρότερο μέρος, όσο δηλαδή εξυπηρετεί τις ανάγκες της.
Διάβασα το άρθρο του συνάδελφου Κώστα Βενιζέλου στον «Φιλελεύθερο» 25.6.2016, με τίτλο «Brexit: Σε νέα βάση και οι Βάσεις στην Κύπρο!» και θα ήθελα να διαφωνήσω με την επισήμανση. Μάλλον όχι, κατά την γνώμη μου.
Το άρθρο διερωτάται κατά πόσο επηρεάζεται το Πρωτόκολλο 3 από το δημοψήφισμα στη Βρετανία.
Κατά την άποψή μου, οι «Κυρίαρχες Περιοχές των Βάσεων» (SBAs) δεν επηρεάζονται από τη μελλοντική αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, γιατί ούτως ή άλλως οι περιοχές αυτές τόσο το 1973, με την ένταξη του ΗΒ στην τότε ονομαζόμενη ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), όσο και το 2004 με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη μετονομασθείσα σε Ευρωπαϊκή Ένωση δεν περιελήφθησαν ως μέρος του ΗΒ.
Κατά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις του ΗΒ, με διαπραγματευτή τον Βρετανό διπλωμάτη του Φόρεϊν Όφις Ντέιβιντ Χάνεϊ (μετέπειτα λόρδο Χάνεϊ) οι βρετανικές περιοχές των βάσεων εξαιρέθηκαν από ένταξή τους σε βρετανικό ευρωπαϊκό έδαφος με τη συγκατάθεση των αξιωματούχων της ΕΟΚ, και έγινε δεκτή η πρόταση Χάνεϊ, οι περιοχές αυτές να αφεθούν για διαπραγμάτευση όταν θα έκανε αίτηση για ένταξη η Κύπρος.
Καθεστώς του 1960
Το 2004, ο ίδιος Βρετανός διαπραγματευτής Ντέιβιντ Χάνεϊ συνέτεινε και πάλιν οι περιοχές αυτές να μείνουν εκτός. Επομένως, το στάτους των Βάσεων, όταν και αν αποχωρήσει το ΗΒ από την ΕΕ, παραμένει όπως καθορίστηκε με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης το 1960. Ο μόνος τρόπος για οποιαδήποτε αλλαγή, και πάλι κατά τη γνώμη μου, εναπόκειται στις διαθέσεις και προθέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας να διαπραγματευθεί με το ΗΒ ή αντιστρόφως.
Λόγω του Appendix O της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης, οι Κυρίαρχες Περιοχές των Βάσεων μάλλον θα κρατήσουν το ευρώ και πολλούς από τους υφιστάμενους νόμους τους, που αντανακλούν τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας εν πάση περιπτώσει, με ελάχιστες αν όχι καθόλου αλλαγές, εκτός της πιθανής ανάκλησης του Πρωτοκόλλου του 2003.
Ίσως να πρέπει να αναφερθώ και στον διπλό ρόλο του Commander British Forces, Cyprus, ο οποίος, εκτός του ηγετικού στρατιωτικού του ρόλου στις «κυρίαρχες περιοχές των βάσεων», εκτελεί και διοικητικά (Administrative) χρέη με δεύτερο «καπέλο». Ο στρατιωτικός ρόλος του Commander δεν πρόκειται να επηρεαστεί, ίσως όμως ο διοικητικός του ρόλος με την ανάκληση της τροποποίησης του Πρωτοκόλλου 3.
Το βρετανικό έγγραφο
Το άρθρο στη συνέχεια κάνει και μιαν αναφορά σε ένα έγγραφο του Βρετανικού Εθνικού Αρχείου (προηγουμένως Βρετανικού Δημόσιου Αρχείου) ημερ. 4ης Απριλίου 1964, με κωδικό C1015/1361, στο οποίο τονίζει πως «συνοψίζεται το συμπέρασμα ότι η σημασία των Βρετανικών Βάσεων για το Λονδίνο είναι μεγάλη και δεν φαίνεται διαχρονικά καμία διάθεση για εγκατάλειψή τους».
Και αναφέρει τα εξής από το έγγραφο:
«Μια πλήρως ανεξάρτητη και ενωμένη Κύπρος… θα ήταν από την άποψη των εξωτερικών υποθέσεων η χειρότερη λύση από όλες. Ένα τέτοιο κράτος… θα καθιστούσε… τη λειτουργία των Βάσεων αδύνατη (αν δεν τις καταργούσε κιόλας)».
Το έγγραφο αυτό, την πρώτη σελίδα του οποίου (σύνολο δύο) δημοσίευσα σε δύο μου βιβλία (1995 και 2000) δεν φέρει ημερομηνία 4ης Απριλίου 1964, αλλά 17 Απριλίου 1964 και είναι υπογραμμένο στη δεύτερή του σελίδα (που δεν δημοσίευσα) από τον ανώτερο αξιωματούχο του Φόρεϊν Όφις J. O. Rennie. Τα αποδεσμευμένα έγγραφα του 1964 δημοσίευσα σε σειρά δημοσιεύσεων ανά την αποδέσμευσή τους από την 1ην Ιανουαρίου 1995 στην εφημερίδα «Μάχη».
Το έγγραφο γράφτηκε με θέμα την Ένωση
Το έγγραφο αυτό όμως (17ης Απριλίου 1964) πρέπει να διαβαστεί και να μελετηθεί στο πλαίσιο που γράφτηκε, δηλαδή της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα και υπό τις γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής με τον ψυχρό πόλεμο.
Το έγγραφο με τίτλο «Washington Talks: Cyprus» (Συνομιλίες για την Κύπρο με την Ουάσιγκτον), απευθυνόταν ως ενημέρωση προς τον Βρετανό Πρωθυπουργό, ενημερώνοντάς τον για την επικείμενη συνάντηση που θα είχε ο υπογράφων με τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Ρασκ (Ντιν) και ότι ο τελευταίος θα ρωτούσε ποια λύση θα ήθελε το Λονδίνο για την Κύπρο.
«Ξέρουμε ότι οι Αμερικανοί υποστηρίζουν την ενθάρρυνση του Μεσολαβητή για μια ‘δραστική’ λύση… Μας λέχθηκε από την αμερικανική πρεσβεία στο Λονδίνο ότι οι πρεσβείες τους στη Λευκωσία, Αθήνα και Άγκυρα είπαν στην Ουάσιγκτον ότι η μόνη πρακτική λύση φαίνεται να είναι η Ένωση. Δεν υπάρχουν ‘καλές’ λύσεις για το Κυπριακό. Ομοσπονδία, Διχοτόμηση, και ‘διπλή ένωση’ (ενσωμάτωση μέρους της Κύπρου στην Ελλάδα και μέρους της στην Τουρκία) σχεδόν σίγουρα δεν θα δουλέψουν.
Στην καλύτερη περίπτωση θα αναβάλουν χειρότερη διένεξη για ένα ή δύο χρόνια. Μια πλήρης ανεξάρτητη ενωμένη Κύπρος (που θέλει ο Μακάριος) από πλευράς Φόρε?ν Όφις θα είναι η χειρότερη λύση από όλες. Ένα τέτοιο κράτος μπορεί να παραμείνει για λίγο διάστημα, τουλάχιστον, στην Κοινοπολιτεία, αλλά θα έχει την υποστήριξη των Ρωσίας, Αιγύπτου και Γιουγκοσλαβίας.
Γρήγορα θα πέσει στην επιρροή του δυναμικού Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και των Συντεχνιών. Και σίγουρα θα κάνει τη λειτουργία των βάσεών μας αδύνατη (αν δεν τις καταργούσε κιόλας). Σε σύντομο διάστημα θα είχαμε μια νέα Ζανζιβάρη σαράντα μίλια από τις τουρκικές ακτές…».
Καλύτερη λύση η Ένωση
Στη συνέχεια υποστηρίζει ότι τελικά η Ένωση (με την Ελλάδα) ήταν από όλες τις άλλες η καλύτερη λύση. Θα γινόταν ενθουσιωδώς δεκτή από την Ελλάδα, την πλειοψηφία των Ελλήνων της Κύπρου, δεν θα άρεσε στους Ρώσους και στους Αιγυπτίους και προσωπικά αντιπαθητική στον Μακάριο, και θα εξόργιζε τους Τούρκους. Οι οποίοι, αν μπορούσαν να δουν το συμφέρον τους, θα τη δεχόντουσαν ως την καλύτερη προσφερόμενη υπό τας περιστάσεις λύση. Αλλά, για κάτι τέτοιο χρειαζόταν τεράστια αποζημίωση για τους Τούρκους…
Σε διάφορες χρονολογίες μετά το 1964 έγιναν πολλές και διάφορες σκέψεις για τις βρετανικές βάσεις, ιδιαίτερα σημειώνω την απόφαση της κυβέρνησης των Γουίλσον/Κάλαχαν το 1974 (ειδικά μετά την εισβολή) να εγκαταλείψουν ολοκληρωτικά τις βάσεις, λόγω οικονομικών περικοπών, και καθώς το 1973 η τότε κυπριακή κυβέρνηση πίεζε για αποπληρωμή όλων εκείνων των εκατομμυρίων που χρωστούσε η Βρετανία για τις διευκολύνσεις που τους παρέχονται. Αλλά πείσθηκαν να τις κρατήσουν, κατόπιν πιέσεων από τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Δρ Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος είχε ανάγκη τη βάση Ακρωτηρίου για τα αμερικανικά κατασκοπευτικά U2 και όχι μόνον…
«Μίνι βάσεις»
Από το 1960 οι Βρετανοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι η ομαλή λειτουργία των βάσεών τους στηρίζεται στην καλή θέληση των Κυπρίων. Σε πολλά έγγραφα της δεκαετίας του 1970 (μετά την εισβολή) και εκείνης του 1980 βρίσκουμε ότι μελετούσαν την περίπτωση απαλλαγής τους από κομμάτια των βάσεων που δεν τους χρειάζονταν πλέον (ήδη είχαν από τη δεκαετία του 1960 αρχίσει να επιστρέφουν αρκετές από τις μικρότερες περιοχές που είχαν πάρει ως retained sites και που δεν περιλαμβάνονταν στις «κυρίαρχες περιοχές»).
Σε κάποια περίπτωση μελετούσαν μάλιστα τη σμίκρυνσή τους σε «μίνι βάσεις», σε όσο χώρο δηλαδή τους χρειάζεται και όχι παραπάνω. Εξ ου και η πρότασή τους κατά την περίοδο του Σχεδίου Ανάν, να μας επιστρέψουν κάποια εδάφη ως δέλεαρ για αποδοχή του εν λόγω Σχεδίου…
Επαναδιαπραγμάτευση για μικρότερη έκταση
Η Βρετανία πιστεύω θα μπορούσε να επαναδιαπραγματευθεί το θέμα των Βρετανικών Βάσεων, πράγμα που θα την ανακούφιζε κιόλας. Διατηρώντας μικρότερο μέρος, όσο δηλαδή εξυπηρετεί τις στρατιωτικές της ανάγκες (που συνεπάγονται και εξυπηρετήσεις του ΝΑΤΟ, εξάλλου αυτό γινόταν από το 1960 εν γνώσει όλων κυπριακών κυβερνήσεων, ξεκινώντας από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο).
Πρόβλημα γι’ αυτήν όμως ήταν και παραμένει το τουρκικό στοιχείο, το οποίο και ευθύνεται από το 1965 για τον τερματισμό της χορηγίας υπό μορφή βοήθειας, που είχε συμφωνηθεί το 1960 να δίδεται στην Κυπριακή Δημοκρατία κάθε πέντε χρόνια. Τα πρώτα £12 εκ. σε πέντε δόσεις ξοφλήθηκαν τον Μάρτιο του 1965. Το 1965, όμως, χρησιμοποιώντας τις διαμαρτυρίες των Τουρκοκυπρίων ότι θα πρέπει να δίδεται και σε αυτούς μερίδιο, το Λονδίνο βρήκε ευκαιρία και δεν εκπληρώνει έκτοτε τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τις Συμφωνίες του 1960, με δικαιολογία την πολιτική κατάσταση στη χώρα.
Οι μόνες δυσκολίες σε μια τέτοια «μετακόμιση», μέχρι αδύνατο να εκπληρωθούν, σύμφωνα με τα βρετανικά έγγραφα του Υπ. Άμυνας, θα είναι, σε μια τέτοια περίπτωση, οι εγκαταστάσεις στον κατασκοπευτικό σταθμό Αγίου Νικολάου, λόγω της τρομερής περιπλοκότητάς τους…
Ερευνήτρια/συγγραφέας