Αναγνωστική
ανάπτυξη στα Δίγλωσσα Παιδιά
Η αναγνωστική ανάπτυξη στα δίγλωσσα επηρεάζεται από μια σειρά παραγόντων
όπως: Γλωσσικοί παράγοντες (η δομή των δύο γλωσσών, ορθογραφία κανονική/μη
κανονική,) Αναπτυξιακοί παράγοντες (Γνωστικά χαρακτηριστικά), Κοινωνικοί
παράγοντες (Άμεσο και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, κοινωνικό στάτους των
γλωσσών), Εκπαιδευτικοί παράγοντες (Σχολεία, Μέθοδοι, στόχοι, μέσα, υλικά).
Mia
anaskópi̱si̱ ti̱s vivliografías schetiká me tis melétes monóglo̱sso̱n angliká
paidiá échei paráschei profanó̱s orisména symperásmata ta opoía
chri̱simopoioúntai sychná stis melétes ti̱s anáptyxi̱s anágno̱si̱ díglo̱sso̱n
paidió̱n. I̱ érev̱na deíchnei óti ypárchei stení̱ schési̱ metaxý ti̱s
ypokeímeni̱s fo̱nologikó̱n dexiotí̱to̱n to̱n paidió̱n kai tis proódous sti̱n
ekmáthi̱si̱ ti̱s anágno̱si̱s. Ta perissótera apó af̱tá ta stoicheía échei proélthei
apó melétes ti̱s fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s. Fo̱nologikí̱ epígno̱si̱ anaféretai
sti̱n ikanóti̱ta na antanaklá safó̱s apó ti̱n ygií̱ domí̱ tou omilía. Dokimés
fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s eínai metaxý to̱n kalýtero̱n progno̱stikoí deíktes
ti̱s proódou to̱n paidió̱n na máthoun na diavázoun kai syní̱tho̱s
antiproso̱pév̱oun megála posá diakýmansi̱s stis dexióti̱tes anágno̱si̱s.
(McDougall et al, 1994?̱. Yopp, 1988?̱ Wagner kai Torgesen, 1987?̱ 1993).
Epipléon, oi gno̱stikés ikanóti̱tes, ópo̱s i̱ fo̱nologikí̱ mní̱mi̱
ergasías-eínai si̱mantikés gia ti̱n anáptyxi̱ ti̱s anágno̱si̱s. Mattingly
(1972) échei di̱ló̱sei óti échoun ikanóti̱tes fo̱nologikí̱ epexergasía (p.ch.,
fo̱nologikí̱ ko̱dikopoíi̱si̱ sti̱ mní̱mi̱ ergasías) échoun syndetheí me ti̱n
anágno̱si̱,. (Baddeley, 1982?̱ 1986, Conrad?̱ 1964, anaféretai sti̱n Wagner,
Torgesen kai Rashotte, 1994). Énas arithmós erev̱ni̱tó̱n anágno̱si̱ échoun
katalí̱xei sto sympérasma óti gia ti̱n pleionóti̱ta to̱n paidió̱n, na máthoun
na diavázoun se éna alfavi̱tikó sýsti̱ma apaiteí "gnó̱si̱ ti̱s
epistolí̱s-í̱chos antistoichíes (fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s) kai ri̱tí̱
didaskalía óson aforá ti̱n apokryptográfi̱si̱ gia ti̱n eníschysi̱ ti̱s
anáptyxi̱s akriví̱ léxi̱- dexióti̱tes anágno̱si̱s (BPS, 2002?̱ s. 4).
Énas apologismós to̱n diafóro̱n montélo̱n anágno̱si̱s pou paréchetai apó ti̱n
anágno̱si̱ ti̱s érev̱nas édeixe óti i̱ anágno̱si̱ eínai énas syndyasmós to̱n
sýntheto̱n dynatotí̱to̱n pou perilamvánei ti̱n alli̱lepídrasi̱ enós arithmoú
to̱n gno̱stikó̱n diergasió̱n. Diavázontas ta montéla proteínoun-perissótero í̱
ligótero-téssera systí̱mata, éna optikó sýsti̱ma, to fo̱nologikó sýsti̱ma, éna
sýsti̱ma orthografikó̱n kai éna si̱masiologikó sýsti̱ma. Ta montéla tonízoun
epísi̱s ti̱ dynatóti̱ta apoko̱dikopoíi̱si̱s, eidiká fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s,
sta archiká stádia ti̱s anágno̱si̱s ti̱s anáptyxi̱s o̱s proüpóthesi̱ gia ti̱n
apotelesmatikí̱ ikanóti̱ta anágno̱si̱s. Af̱tá ta stoicheía mazí me orisménes
gno̱stikés domés, ópo̱s i̱ lektikí̱ mní̱mi̱ ergasías kai ti̱n tachýti̱ta to̱n
lexilogikó̱n prósvasi̱s apoteloún ti̱ vási̱ gia ti̱n apotelesmatikí̱
anagnó̱risi̱ léxeo̱n. I̱ érev̱na tekmi̱rió̱nei ti̱ schési̱ af̱tí̱ sta paidiá
eínai diathésima sti̱n pró̱ti̱ gló̱ssa (vl. vivliografikí̱ anaskópi̱si̱). Eínai
epísi̱s diathésimo se díglo̱ssa anagnó̱stes (p.ch., Bruck kai Genesee, 1995,
Merbaum, 1998). Anágno̱si̱ se dýo gló̱sses eínai énas syndyasmós to̱n
sýntheto̱n dynatotí̱to̱n pou perilamvánei mia seirá apó gno̱stikés diadikasíes
fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s, idío̱s, i̱ opoía eínai mia ptychí̱ ti̱s metaglo̱ssikí̱
ikanóti̱ta (Bialystok, et al, 2003). Fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s meletí̱thi̱ke se
mia seirá apó melétes me ta díglo̱ssa paidiá, epeidí̱ «Se antíthesi̱ me álles
ptychés ti̱s metaglo̱ssikí̱ ikanóti̱ta, fo̱nologikí̱s epígno̱si̱s vrísketai se
kentrikí̱ emplakeí sti̱n apókti̱si̱ to̱n paidió̱n ti̱s paideías, idiaítera gia
alfavi̱tikí̱ senária» (Bialystok et al, ó.p.?̱. S. 27).
Οι Γλωσσικοί παράγοντες αναφέρονται κυρίως σε διαφορές που δημιουργούνται
από την επίδραση της ορθογραφίας κάθε γλώσσας στην ανάπτυξη της φωνολογικής
ενημερότητας και στη διαδικασία εκμάθησης της ανάγνωσης.
Όπως φαίνεται παρακάτω η γνώση φωνολογικών κανόνων καθιστά την
αποκωδικοποίηση στα ελληνικά ως μια προβλεπτή διαδικασία. Η αγγλική γλώσσα
περιέχει έναν μεγάλο αριθμό από εναλλασσόμενες μη προβλεπτές σχέσεις. Αυτός ο
μεγάλος αριθμός των εξαιρέσεων από τον κανόνα συμβάλλει στην φτωχή αντιστοιχία
ανάμεσα στα γραφήματα και τα φωνήματα, σε αντίθεση, με γλώσσες όπως τα ιταλικά,
τα φιλανδικά και τα ελληνικά που παρουσιάζουν μεγαλύτερη σταθερότητα στις
σχέσεις ανάμεσα στα γραφήματα και τα φωνήματα.
Το γεγονός αυτό θεωρείται σημαντικό γιατί μπορεί να διαφοροποιήσει την
πορεία κατάκτησης του Γραμματισμού στις διάφορες γλώσσες. Στα ελληνικά
συγκεκριμένα, στην αρχή της κατάκτησης της αποκωδικοποίησης εμφανίζονται
δυσκολίες με τα συμφωνικά συμπλέγματα, τα δίψηφα σύμφωνα ή φωνήεντα και τους
πολύπλοκους φωνολογικούς κανόνες ( π.χ. αυ-ευ) (Αϊδίνης, 2002, Πόρποδας, 2002).
Η ικανότητα αναγνώρισης λέξεων, ωστόσο φαίνεται να ολοκληρώνεται σχετικά
νωρίς και ήδη στο τέλος της πρώτης τάξης τα παιδιά μπορούν να αναγνωρίσουν έναν
αρκετά μεγάλο αριθμό λέξεων και ψευδολέξεων με μια ποικιλία φωνολογικών δομών,
ενώ στο τέλος της Δευτέρας και πιο πολύ στην Τρίτη τάξη η ικανότητα αναγνώρισης
λέξεων, με βάση την αποκωδικοποίηση μόνο όμως, έχει ολοκληρωθεί. (Κυρατζή,
1999).
Τα Γνωστικά χαρακτηριστικά είναι οι εκ γενετής παράγοντες που συμβάλλουν
στην γλωσσική ανάπτυξη. Συνήθως παρατηρείται αλληλεπίδραση μεταξύ των γνωστικών
χαρακτηριστικών, όπως η είναι η μνήμη και της γλώσσας. Όσο αναπτύσσεται η
γλώσσα τόσο αναπτύσσονται και οι γνωστικές δεξιότητες και το αντίθετο.
Όσον αφορά το κοινωνιογλωσσικό περιβάλλον των παιδιών θα ήταν ιδανική η
διενέργεια έρευνας μέσω ερωτηματολογίου/συνέντευξης για τη διερεύνηση των
γλωσσών που χρησιμοποιεί το δίγλωσσο παιδί στο σπίτι και στο φιλικό περιβάλλον.
Επιπλέον θα ήταν θεμιτό να έχουμε ευρήματα για τις στάσεις των παιδιών έναντι
της πρώτης και της δεύτερης γλώσσας , καθώς και ποια από τις δύο γλώσσες είναι
η πιο «ισχυρή» κοινωνικά.
Οι διαφορές αυτές κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη για την διερεύνηση των
αναγνωστικών ικανοτήτων καθώς και των παραγόντων που επηρεάζουν τους δίγλωσσους
μαθητές, τόσο στην εκμάθηση της ελληνικής όσο και στην εκμάθηση της πρώτης τους
γλώσσας.Ιδανικά θα έπρεπε τα δίγλωσσα παιδιά να αξιολογούνται και στις δύο
γλώσσες αρχικά για να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο προφίλ των μαθητών. Με αυτό τον
τρόπο θα μπορεί να διαμορφωθεί ένα πιο
ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη μάθηση και τη διδασκαλία τόσο του
προφορικού, όσο και του γραπτού λόγου.
Δρ. Ελένη Κυρατζή
PhD in Reading Development for Bilinguals
University of Manchester
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου